Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Αρχιμ.Χρυσόστομου Παπαδάκη: ‘Επιστροφή στην προσωπική μας Τιβεριάδα’.


ΕΠΙ ΤΟ ΑΡΟΤΡΟΝ -Αρχιμ.Χρυσόστομος Παπαδάκης
Η ανθρώπινη φύση δεν είναι μόνο επιρρεπής στην αμαρτία, αλλά υπόκειται και στην κόπωση, στη χαλάρωση, στην έλλειψη διαθέσεως κ.λ.π. Στην πνευματική ζωή δεν πρέπει να υπάρχουν κενά. Η αλυσίδα για να είναι αλυσίδα θέλει όλους τους κρίκους της και μάλιστα γερούς και δυνατούς. Διότι ο διάβολος καραδοκεί να βρει τον αδύναμο κρίκο της αλυσίδας του πνευματικού αγώνος για να τον σπάσει και να φέρει τη διακοπή της εν Χριστώ ζωής. Μια διακοπή τέτοια εγκυμονεί συνήθως την αμέλεια. Και η αμέλεια, το κοσμικό φρόνημα, το βάλτωμα μέσα στις λάσπες της ματαιότητας των εγκοσμίων της ζωής αυτής. Γι’ αυτό οι Πατέρες από τη δική τους εμπειρία μιλούν για νήψη. Δηλαδή για συνεχή εγρήγορση. Αν διακοπεί η νήψη και επέλθει το πνευματικό κενό, ο ζήλος και η συνήθεια στο κατά Θεόν πρόγραμμα διακόπτονται και τότε χρειάζεται μεγάλη δυσκολία για την επανασύνδεση. Όσοι έζησαν αυτό από την απροσεξία τους, το πλήρωσαν πολύ ακριβά, διότι κατόπιν χρειαζόταν μεγάλος κόπος να ξαναβρεί η ψυχή τον καλό της εαυτό. Ψυχή που έχει μάθει να ζει με την αντίληψη της θείας Χάριτος, όταν από απροσεξία και αμέλεια αφήσει κενό και τη χάσει, τότε υποφέρει πολύ. Πονεί πιο πολύ από ό,τι πονεί το σώμα που προσβάλλεται από μια επώδυνη αρρώστια. Διψά για πολύ καιρό, φωνάζει, ψάχνει, ζητεί, αλλά η παιδευτική χάρις του Θεού κρύβεται όσο ο Καρδιογνώστης Θεός το θέλει για να μάθει αυτή η ψυχή πόσο κοστίζει αυτό το κενό το αδικαιολόγητο, που αν πάρει χρόνο αρκετό τότε αυτό το αίσθημα είναι γεύση κολάσεως.
Ποιο είναι το φάρμακό;
Όλοι εκείνοι που γνώρισαν, πίστεψαν και αγάπησαν το Χριστό, αυτό συνέβη σε κάποια συγκεκριμένη περίοδο της ζωής τους. Και αυτό δεν εξαλείφεται ποτέ από τη μνήμη τους. Είναι φυλαγμένο όχι μόνο στο ιερώτερο μέρος της μνήμης, αλλά και στο ωραιότερο και κεντρικότερο μέρος της καρδιάς. Αυτή η γνωριμία με το Χριστό μπορεί να έγινε σε παιδική ηλικία π.χ. μέσω μιας αγίας μητέρας ή γιαγιάς, σε νεανική ηλικία μέσω ενός ευλαβούς διδασκάλου ή ενός εκλεκτού φίλου. Μπορεί να έγινε μέσα από μια σπάνια γνωριμία, και πάντως όχι «τυχαία», με Άγιο άνθρωπο. Μπορεί μέσω ενός βιβλίου, ή ενός θαύματος που ξύπνησε το κοιμώμενο πνευματικά ενδιαφέρον. Χίλιες δυο μπορεί να είναι οι αιτίες. Και αυτές είναι πάντοτε μοναδικές και ανεπανάληπτες, αφού και τα πρόσωπα και τα γεγονότα και ο χρόνος είναι από δικού τους συγκεκριμένα και μοναδικά.
Η προσωπική γνωριμία με το Χριστό όποτε και όπως κι αν γίνει, έχει την ίδια σημασία με τον χρόνο και τον τόπο που γνώρισαν οι μαθητές το Χριστό. Γι’ αυτό σημειώνουν τα Ευαγγέλια όχι μόνο τον τόπο π.χ. την Τιβεριάδα ως τόπο γνωριμίας και κλήσεως αλλά και ακόμη την ώρα• «ώρα δέ ᾖν ὡς…». Δεν ξεχνιέται ούτε ο τόπος ούτε ο χρόνος, διότι γίνονται και αυτά ιερά από την ιερότητα του μεγάλου γεγονότος.
Λοιπόν, αυτά καταγράφονται μέσα στην ψυχή για πάντα, ακόμη κι αν κάποτε υπάρξει πτώση και απομάκρυνση. Στον πεπτωκότα και απομακρυσμένο πλέον θα έλθουν οπωσδήποτε οι ώρες αυτές ως ώρες νοσταλγίας, διότι αυτά τα γεγονότα επειδή είναι μοναδικά και χαριτωμένα θεόθεν, δεν ξεχνιούνται δεν απαλείφονται, δεν πεθαίνουν μέσα στο βάθος της καρδιάς και του νου.
Το πνευματικό κενό, ο κίνδυνος διάρρηξης της αλυσίδας της εν Χριστώ γνήσιας ζωής, δεν έρχεται απότομα. Η άμυνα της ψυχής αντιλαμβάνεται σήματα και προπομπούς. Τότε ακριβώς η ψυχή πρέπει να πάρει τα μέτρα ασφαλείας. Και δεν είναι μόνο η προσευχή, η προσφυγή σε βοήθεια άλλου και μάλιστα του Πνευματικού. Είναι η ενσυνείδητη ανάκληση στη μνήμη της πρώτης γνωριμίας με το Χριστό. Η ανάκληση στη μνήμη της προσωπικής Τιβεριάδος (τόπος και χρόνος γνωριμίας). Τότε αναπτερώνεται το ηθικό, ξαναζωντανεύει ο ζήλος, επιστρέφει η χαρά και η διάθεση, εφοδιάζεται η μηχανή με «καύσιμα».
Ακόμη κι αν τελικά από απροσεξία αφεθεί η ψυχή και επέλθει η αμέλεια κι όλα τα δεινά ως επακόλουθα, τότε και πάλι η μνήμη ανακαλώντας τα ιερά αυτά πράγματα, επιστρέφοντας στην πηγή του «ζώντος ύδατος» συνέρχεται όπως ο άσωτος της παραβολής που εκεί στην απόλυτη απομόνωση, δυστυχία και φτώχεια του, ανάμεσα στο κοπάδι των χοίρων, σκέφθηκε τον οίκο του Πατρός του. «Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ᾄρτων ἐγώ δε λιμῶ ἀπόλυμαι…!». Αυτή η μνήμη του οίκου του πατρός του, ως πηγή ευτυχίας του τον έκανε να πάρει τη μεγάλη απόφαση της εν μετανοία επιστροφής.
Δεν πρόκειται για συναισθηματισμό, αλλά για μνήμη σωτήρια βιωμάτων και εμπειριών. Αν αυτό είναι σωτήριο για κάθε χριστιανό που ποθεί τη σωτηρία του, πιο σωτήριο και πιο αναγκαίο είναι για τον ιερωμένο από τον οποίο κρέμονται ψυχές, που περιμένουν από αυτόν βοήθεια και στήριγμα και ποδηγεσία.
Μιλάμε για τον Ιερέα που πόθησε κάποτε την Ιερωσύνη, που καλλιέργησε την κλήση του, που μπήκε προσεκτικός στην Ιερωσύνη, που αγάπησε το ράσο του, που έβρεξε την Αγία Τράπεζα με τα δάκρυα της συναισθήσεως. Και γι’ αυτόν, λοιπόν, θα χτυπήσει κάποτε την πόρτα της ψυχής του το πνευματικό κενό, η ταλάντευση από τη συνήθεια, η κόπωση. Τότε αυτός ο ιερωμένος δεν έχει πάρα να θυμηθεί τον πρώτο ιερό βηματισμό του ποθώντας την Ιερωσύνη και μετά τον πρώτο συνεπή βηματισμό του μέσα στο Άγιο Βήμα και έξω απ’ αυτό. Αυτό έχει τέτοια δύναμη που θα βοηθήσει την προσπάθεια του να ξεβαλτώσει και να ξεφύγει από τη ζάλη, την ομίχλη, την πνευματική απραξία.
Είναι πολύ σημαντικό να θυμηθούμε εδώ τον αποκαλυπτικό λόγο του Θεού στον Ιωάννη το θεολόγο καθώς έγραφε στην Πάτμο την Αποκάλυψη. Παραγγέλλει ο Θεός στον Ιωάννη να πει στον Επίσκοπο της Εφέσου τα εξής: «Γνωρίζω καλά τα έργα σου και τον κόπο που ως ποιμήν και Επίσκοπος καταβάλλεις, και την υπομονή που δεικνύεις στις θλίψεις και τους πειρασμούς του επισκοπικού έργου σου. Γνωρίζω καλά ότι δεν ανέχεσαι και δεν είσαι χαλαρός στους κακούς και γι’ αυτό εδοκίμασες και εξέτασες με προσοχή εκείνους που λένε τους εαυτούς των Αποστόλους χωρίς να είναι. Και έχεις υπομονή στις αντιδράσεις των και έδειξες καρτερία και αντοχή για μένα και το Ευαγγέλιό μου και δεν απόκαμες, ούτε εξαντλήθηκες. Είμαι όμως δυσαρεστημένος εναντίον σου, διότι άφησες να ψυχρανθεί κάπως η αγάπη που είχες στα πρώτα σου χρόνια. Να θυμάσαι, λοιπόν, από ποιο ύψος έπεσες, να μετανοήσεις και να κάνεις πάλι τα έργα της πρώτης σου αγάπης. Αλλιώς θα μετακινήσω την Εκκλησία σουαπό την πρωτεύουσα θέση που έχει τώρα…» (Αποκ. Β΄2-5).
Κάποτε, συνοδεύσαμε ένα σοφό αγιορείτη Γέροντα σ’ ένα γυναικείο Μοναστήρι για επίσκεψη. Οι Μοναχές του ζήτησαν να τους πει δυο λόγια. Συνάχθηκαν και ο φωτισμένος Γέροντας κατάλαβε ότι στη Μονή είχαν προβλήματα μεταξύ τους και με τη Γερόντισσά τους. Εντόπισε ο Γέροντας το πρόβλημα στη χαλάρωση της συνέπειας ως προς την καλογερική τους ζωή. Τότε ζήτησε να του φέρουν την Ακολουθία του Αγγελικού Σχήματος μέσα στην οποία υπάρχει η θαυμάσια κατήχηση, οι ευχές και οι υποσχέσεις. Αντί ομιλίας διάβασε την Ακολουθία του Σχήματος αργά-αργά και ευκρινώς. Άρχισαν τότε να κλαίνε και αποσύρθηκαν ωφελημένες. Είχαν πάρει όλες το φάρμακό τους. Θυμήθηκαν την ιερή ώρα της αφιερώσεως, της υποσχέσεως, την πρώτη τους αγάπη, τον πρώτο τους ενθουσιασμό, τον πρώτο τους ζήλο για υπακοή. Όλα τα θυμήθηκαν!
Νά τα καλά της μνήμης και της επιστροφής στην προσωπική μας Τιβεριάδα…!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου